disconformidad - ορισμός. Τι είναι το disconformidad
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι disconformidad - ορισμός


disconformidad      
disconformidad      
disconformidad
1 f. Falta de conformidad entre las cosas.
2 Falta de acuerdo entre personas. *Desacuerdo. Estado de la persona que no está conforme o satisfecha con lo que se le hace, lo que recibe, etc.
disconformidad      
sust. fem.
1) Diferencia de unas cosas con otras en cuanto a su esencia, forma o fin.
2) Oposición, desunión, contrariedad en los dictámenes o en las voluntades.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για disconformidad
1. Madrid expresó su disconformidad el pasado septiembre.
2. Las actas correspondientes fueron firmadas en disconformidad.
3. El dirigente ya expresó su disconformidad con el acuerdo.
4. Estas muestras de disconformidad habrían sido impensables hace un año.
5. "Sólo en la tarde del día antes del anuncio se expresó la disconformidad con esta licitación.
Τι είναι disconformidad - ορισμός